τετρακαιδεκαέτης

τετρακαιδεκαέτης
τετρακαιδεκαέτης
of fourteen years
fem acc pl (attic epic doric)
τετρακαιδεκαέτης
of fourteen years
fem nom/voc pl (doric aeolic)
τετρακαιδεκαέτης
of fourteen years
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • τετρακαιδεκαέτης — άετες και δ. γρφ. αρσ. τετρακαιδεκέτης, θηλ. τετρακαιδεκέτις Α 1. αυτός που έχει διάρκεια δεκατεσσάρων ετών 2. αυτός που έχει ηλικία δεκατεσσάρων ετών («ἀδελφὴν... κόρην τετρακαιδεκέτιν... κατέθαψα», Ισοκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + καί + δέκα… …   Dictionary of Greek

  • τετρακαιδεκέτιν — τετρακαιδεκαέτης of fourteen years fem acc sg τετρακαιδεκέτις of fourteen years fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έτος — Χρονικό διάστημα το οποίο χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μία περιφορά γύρω από τον Ήλιο. Κατά το διάστημα αυτής της περιφοράς, η Γη εκτελεί 366 ολόκληρες περιστροφές –και ένα μέρος– γύρω στον άξονά της. Αν λάβουμε υπόψη τις διαδοχικές… …   Dictionary of Greek

  • τετρακαιδεκέτης — ὁ, Α βλ. τετρακαιδεκαέτης …   Dictionary of Greek

  • τετρακαιδεκέτις — ιδος, ἡ, Α βλ. τετρακαιδεκαέτης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”